Ήταν πρωινό δεκαπενταύγουστου όταν παραθερίζαμε στο εξοχικό του άντρα μου στο νότιο Πήλιο, και άκουσα από το γειτονικό σπίτι μαζί με τα χρόνια πολλά και τις ευχές, να λέγεται και το «άντε και καλό χειμώνα να έχουμε». Πω πω, λαβωματιά στον μπέτη με βρήκε, που λένε και οι φίλοι μου από την Κρήτη. Ξαφνικά συνειδητοποίησα ότι σε δεκαπέντε μέρες τελειώνει επίσημα το καλοκαίρι. Μα σαν χθες θυμάμαι τις σκέψεις και τους προβληματισμούς που είχα.
Πώς θα είναι τώρα πια με ένα μωρό ενάμιση χρονών; Ούτε στο καροτσάκι μένει, ούτε συνεννοείσαι πλήρως, και πώς θα περνάμε τις μέρες μας, και πως θα πάμε στις κοινωνικές υποχρεώσεις με μωρό παιδί και πώς το ένα και πώς το άλλο και τελικά ο καιρός πέρασε και όλα γίνανε και καλά περάσαμε και ευχαρίστως το ξαναζούσαμε.
Πρέπει να ομολογήσω ότι πέρα από εμάς παρατηρούσα και ρωτούσα και τους άλλους γονείς πως βιώνουν αυτή την κατάσταση. Με άλλους ταυτιζόμουν περισσότερο και με άλλους καθόλου αλλά νομίζω ότι αυτό γίνεται παντού τελικά.
Μία κυρία μου είπε «για εμάς καλοκαίρι είναι το ψημένο καλαμπόκι και τα παιχνίδι το
απόγευμα στις παιδικές χαρές». Η αλήθεια είναι πως κάθε καλοκαίρι, στο πανεπιστήμιο στην παραλία του Βόλου, πάντα θα βρεις δύο ή τρεις ψησταριές με ηλικιωμένους να ψήνουν καλαμπόκι. Οπότε όσο κάνεις τη βόλτα σου θα συναντήσεις πολλά παιδάκια λερωμένα γύρω από το στόμα και ανάμεσα στα δόντια από την προσπάθειά τους να φάνε το καλαμπόκι τους.
Μια άλλη υπέροχή μου φίλη, μου είπε ότι το καλοκαίρι τους, τους το ορίζει το παιδί τους και απλώς κάνουν αυτά που θέλουν κατανοώντας τις ανάγκες του παιδιού.
Αλλά αυτή που πραγματικά ζήλεψα και θα ήθελα σε εκείνη να μοιάσω, ήταν μία
εναλλακτική οικογένεια που πέρασαν το καλοκαίρι τους κυρίως ξυπόλητοι,
ανακαλύπτοντας τη φύση, κατεβαίνοντας φαράγγια και γενικά ανέπνευσαν καθαρό αέρα όλοι μαζί, παραγκωνίζοντας τις όποιες δυσκολίες προέκυψαν.
Γενικά φέτος παρατήρησα περισσότερο τους γονείς. Είδα αυτούς που καθήλωναν το παιδί τους σε κάποιο κάθισμα ή σε κάποιο καρότσι με λίγο κινητό, ένα παιχνίδι ή ένα κομμάτι ψωμί ώστε να μπορέσουν να χαλαρώσουν και εκείνοι. Είδα τον ένα από τους δύο γονείς να κυνηγάει, να απασχολεί, να παίζει αλλά και να μαλώνει το παιδί του, όσο ο άλλος καθόταν και περνούσε ζάχαρη με την παρέα του. Είδα ζευγάρια που λειτουργούσαν σαν μία τέλεια μηχανή που ήξερε ακριβώς ο ένας τι θέλει από τον άλλο ώστε όλα να γίνουν στον ταχύτερο χρόνο για λιγότερη ένταση του παιδιού. Και εννοείται ότι είδα και την αθάνατη Ελληνίδα γιαγιά να κάνει το κλασικό μαύρισμα στους ώμους από το αμάνικο φόρεμα με τη χοντρή τιράντα και την παντόφλα δίχαλο που φωνάζει με το κουτάλι στο χέρι «έλα, μία ακόμη
μπουκιά και τέλος, μετά θα πάμε να παίξουμε με τα παιδάκια».
Κάπου μέσα σε όλους αυτούς και σε πολλούς ακόμα, ήμασταν και εμείς. Η αλήθεια είναι ότι αυτό το καλοκαίρι ήταν διαφορετικό. Ήταν σαφώς διαφορετικό από το περσινό μας που ήμασταν μόλις έξι μηνών, αλλά ήταν και διαφορετικό από όλα τα προηγούμενα που είχαμε ζήσει σαν ζευγάρι. Αν περιμένετε να πω ότι κάποιο ήταν χειρότερο ή καλύτερο, όχι δεν θα το κάνω. Άλλωστε πόσο άσχημο μπορεί να είναι ένα καλοκαίρι;
Για λίγο σκέφτομαι τα δικά μου καλοκαίρια σαν παιδί. Είναι απίστευτο πως αυτοί οι τρεις μήνες, μπορούν να επισκιάσουν τους υπόλοιπους εννιά. Τα καλοκαίρια είναι γεμάτα αναμνήσεις, μυρωδιές από φαγητά που οριακά νιώθεις ότι τα γεύεσαι μόλις τα μυρίσεις.
Θυμάμαι μετά από κάθε καλοκαίρι να γυρνάμε στο σχολείο μεγαλύτεροι, ωριμότεροι, ψηλότεροι, και με μία αυτοπεποίθηση ότι έχουμε καινούρια όπλα να κατακτήσουμε αυτή τη νέα χρονιά.
Η αλήθεια είναι ότι κάτι τέτοιο παρατήρησα και εγώ φέτος στο δικό μας μικρό. Αυτό το καλοκαίρι ανακάλυψε τόσα πολλά για εκείνον. Έμαθε τα όριά του, να ξεπερνάει φοβίες, να επικοινωνεί, να καταλαβαίνει, να μοιράζεται, να κλέβει (δεν γινόταν να μη το πω, είναι στα επικρατέστερα), και γενικά μεγάλωσε, άλλαξε και μεταλλάσσεται μέρα με τη μέρα από ένα μωρό σε ένα παιδί.
Πάντως δεν ξέρω για εσάς, αλλά για εμένα η αγαπημένη μου στιγμή στις μέρες του
καλοκαιριού είναι το δειλινό. Εκεί λίγο πριν και λίγο μετά από τη δύση του ηλίου. Η
θερμοκρασία είναι υποφερτή, τα χρώματα του ουρανού είναι μαγικά, τα γιασεμιά και οι ιππότες ξεκινάνε να μυρίζουν από τις αυλές και τις βεράντες και εμείς εκείνη την ώρα συνήθως ξεκινούσαμε τις εξορμήσεις.
Ήταν άλλωστε ξεκάθαρο το μήνυμα από το μικρό μας πιτσίνι ότι μέσα στο σπίτι δεν αντέχει άλλο. Δεν τολμούσαμε να ανοίξουμε την πόρτα για τα αφήσουμε τα σκουπίδια απ΄έξω, γιατί μόλις έβλεπε την πόρτα να κλείνει και εμείς να παραμένουμε μέσα, έκλεγε γοερά σαν φυλακόβιος.
Συνήθως λοιπόν αυτό που γινόταν ήταν να περιμένουμε το μπαμπά μας να σχολάσει, να τον αφήσουμε για λίγο να ξεκουραστεί και εκεί γύρω στις έξι με επτά το απόγευμα βγαίναμε βόλτα.
Φέτος ευχαριστηθήκαμε πολύ τα ποδήλατα. Βάλαμε παιδικό κάθισμα και βολτάραμε στο κέντρο του Βόλου και στην παραλία, μέχρι να καταλήξουμε σε κάποια παιδική χαρά ή σε κάποιο πάρκο για παιχνίδι και πατίνι. Σε αυτές τις βόλτες συναντούσαμε συνέχεια άλλους γονείς με τα καροτσάκια φορτωμένα με παιχνίδια και τάπερ με φαγητά, να προσπαθούν να απασχολήσουν τα παιδιά τους με όποιο τρόπο μπορούν μέχρι να έρθει η ώρα του ύπνου.
Εμείς συνήθως σε αυτό το χρόνο αφήναμε το παιδί να παρατηρεί και να ανακαλύπτει αυτό που του δημιουργούσε περιέργεια, μέχρι εκεί βέβαια που είναι και ασφαλής. Όσο για τον ύπνο, δυστυχώς τα πάρκα και οι παιδικές χαρές, του δημιουργούσαν κυρίως υπερένταση και ο ύπνος ερχόταν πιο αργά και πιο δύσκολα απ’ ότι τις μέρες που μέναμε σπίτι.
Όσες φορές αποφασίσαμε να φάμε κάπου έξω έπρεπε να συνυπολογίσουμε την ώρα ύπνου του παιδιού αλλά κυρίως το περιβάλλον στο οποίο θα βρισκόμασταν ώστε να μην καταντήσουμε υστερικοί με φωνές και άγχος για να μη πάθει κάτι ο μικρός μας. Συνήθως διαλέγαμε κάποιο μέρος που ο κεντρικός δρόμος να μην είναι κοντά και εύκολα προσβάσιμος. Αρχικά διαλέγαμε πλατείες που είχαν δίπλα τους παιδική χαρά αλλά στην πορεία καταλάβαμε ότι περνάμε καλύτερα στα μαγαζιά που είναι μέσα στις παραλίες και όσο ο μικρός μας έπαιζε στην άμμο μπορούσαμε και εμείς έστω για λίγο να μείνουμε και οι δύο στο τραπέζι.
Στη δική μας περίπτωση το μεγαλύτερο διάστημα το περνάω εγώ με το παιδί. Η μία από τις δύο αιτίες, είναι γιατί έχω το όπλο του θηλασμού όταν έρχεται η ώρα του ύπνου ή όταν το παιδί χρειάζεται λίγη συναισθηματική αποφόρτιση. Η δεύτερη, είναι ότι πλέον δυσκολεύομαι να είμαι μακριά του για αρκετή ώρα. Ο μπαμπάς του παίζει υπέροχα μαζί του και φροντίζει να μου δώσει το χρόνο που χρειάζομαι για να φάω, να ξεκουραστώ ή να πω καμία κουβέντα με φίλους. Το βασικότερο όμως για μένα, είναι ότι πλέον συνεννοούμαστε με τα μάτια. Ξέρει τι θέλω και έχει ενεργό συμμετοχή σε όλα. Αυτό με ανακουφίζει γιατί αν και θα αναλάβω να απασχολήσω περισσότερο το παιδί μέσα στην ημέρα, τουλάχιστον δεν αισθάνομαι μόνη μου!
Τα δικά μας μαγικά όπλα είναι ένα πτυσσόμενο καθισματάκι φαγητού που κουμπώνει πάνω στα τραπέζια και το μάρσιππο. Επειδή η μέθοδος σίτισης που ακολουθούμε είναι η Baby Led Weaning, στο χρόνο που το μικρό μας πιτσίνι θα προσπαθήσει να ανακαλύψει το φαγητό του και να καταναλώσει ό,τι θέλει αυτός, παίρνουμε και εμείς το χρόνο μας να φάμε και να μείνουμε για λίγα λεπτά όλοι μαζί στο τραπέζι. Μετά συνήθως ξεκινάει η εξερεύνηση και ένας από τους δύο ακολουθεί σιωπηλά το παιδί, ελέγχοντας μόνο για την ασφάλειά του, επιτρέποντάς του να ανακαλύπτει και να παρατηρεί ό,τι θέλει. Όταν φτάσει
πια η ώρα του ύπνου (όταν είμαστε έξω σπάνια θα τρίψει ματάκια ή θα χασμουρηθεί, συνήθως το καταλαβαίνουμε από έντονη γκρίνια ή από δυνατό κλάμα), θα τον βάλω στο μάρσιππο και θα ψάξω να βρω ένα πιο ήσυχο και πιο σκοτεινό σημείο να τον θηλάσω και να του τραγουδήσω το νανούρισμά του. Μη πω ψέματα, αυτή η διαδικασία μου παίρνει κάποια ώρα, αλλά μόλις συμβεί ο ύπνος υπάρχει μία ικανοποίηση και ανακούφιση ότι για τις επόμενες δύο ώρες τουλάχιστον θα είμαστε χαλαροί και όλοι μαζί. Ο άντρας μου έχει έτοιμο το καροτσάκι, τον βάζουμε εκεί καιιιιι………let’s get the party started…
Κάπως έτσι τη βγάλαμε στους γάμους που είχαμε φέτος το καλοκαίρι. Στον πρώτο ήμουν πιο ψαρωμένη δεν έφευγα εύκολα δίπλα από το καρότσι, μέχρι που κάποια στιγμή, αφού όλοι χόρευαν και εγώ φιλούσα σκοπιά σαν φαντάρος, τον πήρα μαζί μου πάνω στην πίστα και χορεύαμε μαζί με το καροτσάκι όλοι μαζί. Δεν έπαιζε συρτά εκείνη την ώρα, μη με περάσετε για τόσο τρελή.
Στον τελευταίο γάμο ήμουν αποφασισμένη να περάσω τέλεια και δεν θα άφηνα τίποτα να με εμποδίσει για αυτό. Οπότε όταν ξύπνησε πρώτη φορά ο μικρός μου, τον έβαλα πάλι μάρσιππο, και συνέχιζα να τον θηλάζω και να τον κοιμίζω όσο χορεύαμε πάνω στην πίστα.
Ήταν απλά υπέροχα, γιατί το παιδί ένιωθε την ασφάλεια της αγκαλιάς της μαμάς του, ήμουν και εγώ κομμάτι αυτού του γλεντιού και το βασικότερο ήταν ότι ερωτευόμουν ξανά και αφιέρωνα τραγούδια στον άντρα μου έχοντας τη δυνατότητα να τον αγκαλιάζω και να τον φιλάω όσο συχνά ήθελα.
Μετά από αυτό λοιπόν στο μυαλό μου είχα πως αν θέλεις, τελικά όλα τα μπορείς. Σίγουρα δεν θα είναι όπως τα είχες και τα ήξερες παλιότερα, αλλά αν μάθεις να παρατηρείς και να καταλαβαίνεις το παιδί σου, είναι πιο εύκολο να το ακολουθήσεις, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι θα πάψεις να ακολουθείς τα δικά σου θέλω.
Είναι πιο δύσκολο να φτάσεις εκεί που θες, πράγματι, δεν είναι όμως ακατόρθωτο. Αρκεί,να βρεις τους νέους δρόμους που θα σε οδηγήσουν εκεί ακριβώς που ήθελες να είσαι.