Το να είμαστε και να νιώθουμε υγιείς είναι πρωταρχικής σημασίας για κάθε άνθρωπο σε όλες τις ηλικίες. Η ψυχική υγεία, η ψυχολογική και συναισθηματική ισορροπία και ευημερία αποτελεί ωστόσο συχνά μία διάσταση που δεν χρήζει ακόμη τόσης φροντίδας και προσοχής.
Ο σύγχρονος δυτικός τρόπος ζωής έχει αναγάγει την καθημερινότητα σε μία αέναη επιδίωξη της επιτυχίας, της κατανάλωσης, της απόλαυσης, επιβάλλοντας συχνά εξουθενωτικούς ρυθμούς και γεννώντας μη ρεαλιστικές προσδοκίες και απαιτήσεις. Μέσα σε αυτές τις κοινωνικές συνθήκες η ανάγκη του ανθρώπου για σύνδεση, για αλληλεπίδραση, για φροντίδα, για το «μαζί» με λίγα λόγια, παραγκωνίζεται. Αυτό μπορεί να έχει πολύ σοβαρές συνέπειες στις διαπροσωπικές σχέσεις, στην κοινωνικοποίηση του ατόμου και κατ’ επέκταση στην ψυχική του υγεία.
Ο ερχομός ενός παιδιού και η μετάβαση στη γονεϊκότητα αποτελεί συνήθως ένα σημείο ορόσημο στην προσωπική μας πορεία αλλά και τη ζωή του ζευγαριού. Πρωτόγνωρα συναισθήματα αναδύονται, ενώ συντελούνται σημαντικές μεταβάσεις και εσωτερικές διεργασίες όσον αφορά την ταυτότητα του καθενός αλλά και την κοινή πορεία του ζευγαριού, τη δημιουργία και τη συντήρηση της οικογένειας. Κάτι που συχνά παρατηρείται μπορεί να είναι και η επαναδιαπραγμάτευση των προτεραιοτήτων μας, η τοποθέτηση του(ων) παιδιού(ών) στο επίκεντρο της προσοχής μας και ενδεχομένως η αυξημένη ανησυχία σχετικά με την υγεία και την ασφάλεια του(ς).
Ανάμεσα στα πολλά ερωτήματα που εμφανίζονται για τους γονείς έρχεται φυσικά και το «είναι το παιδί μου χαρούμενο;» που αντανακλά κάποιες πρώιμες σκέψεις σχετικά με την ψυχική του υγεία, είναι ήρεμο; είναι ικανοποιημένο; Από μόνη της αυτή η διερεύνηση, απαιτεί μία πολύ σημαντική διαδικασία, της επιβράδυνσης των ρυθμών μας, της προσοχής και της παρατήρησης. Η σύνδεση με ένα μικρό παιδί μας καλεί να κάνουμε μία παύση και να συντονιστούμε με τον δικό του ρυθμό και χρόνο.
Μπαίνοντας σε αυτή τη διαδικασίαμπορούμε να μάθουμε πολλά τόσο για το παιδί μας όσο και για εμάς. Πώς μπορώ να μάθω στο παιδί μου να είναι ήρεμο, να διαχειρίζεται τις δυσκολίες, τις ματαιώσεις; Με ποιον τρόπο μαθαίνουμε να αναγνωρίζουμε και να εκφράζουμε αυτά που μας συμβαίνουν τόσο εξωτερικά όσο και συναισθηματικά; Η δική μας συναισθηματική παρουσία και σύνδεση αποτελούν σημαντικότατο παράγοντα αντίληψης και νοηματοδότησης του εσωτερικού κόσμου ενός παιδιού. Η παρατήρηση και εσωτερίκευση του τρόπου που οι ενήλικες στο περιβάλλον του ενεργούν, εκφράζονται και σχετίζονται με εκείνο και μεταξύ τους αποτελεί την πρώτη ύλη αυτών που θα δομήσουν τα δικά του μοτίβα συμπεριφοράς.
Η πληροφορία αυτή δεν αναπαράγεται με σκοπό να επιβαρύνει την ήδη εκτενή λίστα ευθυνών των γονέων, αντιθέτως έρχεται να τονίσει την ανάγκη για τη φροντίδα των ίδιων των γονιών σε επίπεδο συναισθηματικό και ψυχολογικό. Το παιδί δεν χρειάζεται να έχει δίπλα του δύο γονείς που καταφέρνουν τα πάντα «τέλεια», που δεν κάνουν λάθη ή που δεν έχουν αδυναμίες και «δύσκολες» στιγμές. Αυτό που χρειάζονται να βλέπει είναι πως οι γονείς του προσπαθούν να επανορθώσουν τα λάθη τους, να ξανασυνδεθούν, να ξαναβρούν την ηρεμία τους. Πως οι γονείς τους επικοινωνούν ανοιχτά και εκφράζονται, πως ζητούν βοήθεια και στήριξη όταν το χρειάζονται.
Η καθημερινότητα ενός γονέα στις μέρες μας είναι εξαιρετικά απαιτητική. Εξίσου απαιτητική είναι η διαπαιδαγώγηση ενός παιδιού και η εξισορρόπηση των πολλαπλών ταυτοτήτων και ρόλων που καθένας από εμάς προσπαθεί να συνδυάσει. Η σύνδεση με τον εαυτό μας και τις ανάγκες μας, η φροντίδα της σωματικής και ψυχικής μας υγείας είναι σημαντική για να ανταπεξέλθουμε. Η αναζήτηση βοήθειας τόσο σε θέματα γονεϊκότητας αλλά και διαχείρισης των δικών μας προσωπικών δυσκολιών και συγκρούσεων μπορεί να ενδυναμώσει το γονέα στο ρόλο του, να ενισχύσει τη σύνδεση του με το παιδί του και να θέσει τις βάσεις για την ψυχοκοινωνική και συναισθηματική ανάπτυξη.
Οι γονείς που προσπαθούν να φροντίσουν τον εαυτό τους, προσπαθούν να ενισχύσουν τη συναισθηματική τους παρουσία δίπλα στο παιδί και τη δυνατότητα τους να «παίζουν» μαζί του. Η δυνατότητά μας να είμαστε παρόντες και να παίζουμε, να εξερευνούμε τη δημιουργικότητα και τις άπειρες προοπτικές που μας δίνει το παιχνίδι τόσο στις σχέσεις όσο και τη ζωή είναι εξαιρετικής σημασίας για την ψυχική υγεία τόσο των παιδιών όσο και των γονιών.